Περιγραφή
Ο άνθρωπος αρχικά συνέλαβε την ιδέα του πλεξίματος και της δημιουργίας επιφανειών με την βοήθεια λεπτών και ευλύγιστων ξύλων. Κάπως έτσι επινοήθηκε η καλαθοπλεκτική. Αργότερα άρχισε να επεξεργάζεται το μαλλί, το βαμβάκι το λινάρι και το μετάξι και να κατασκευάζει νήματα. Με αυτά τα νήματα και κάνοντας διάφορους συνδυασμούς πλεξίματος τους, επινοήθηκε η ύφανση και το εργαλείο της ύφανσης που ονομάζεται αργαλειός ή εργαστήρι όπου το χειριζόταν η υφάντρα.
Ο αργαλειός δημιουργήθηκε από την ανάγκη τα νήματα αυτά προκειμένου να πλεχτούν, να είναι τεντωμένα. Στην Κρήτη είχε καθιερωθεί ο καθιστός τύπος αργαλειού, μία ξύλινη κατασκευή σχήματος ορθογώνιου παραλληλόγραμμου. Σε αυτή την κατασκευή στερεωνόταν δυο ξύλινοι κυλινδρικοί άξονες, τα «αντιά», γύρω από τους οποίους τυλίγονταν τα νήματα, τα «στημόνια» και διατηρούντο τεντωμένα.
Η υφάντρα κάθιζε στο ένα άκρο του αργαλειού έχοντας το σώμα της μέσα σε αυτή την ξύλινη κατασκευή και με την βοήθεια των χεριών αλλά και των ποδιών, περνώντας κάθετα στα στημόνια άλλα νήματα με την βοήθεια μίας ξύλινης σαΐτας δημιουργούσε το ύφασμα. Με τα πόδια είχε την δυνατότητα να πατήσει τέσσερα πετάλια με την βοήθεια των οποίων μετακινούνταν τα στημόνια και έτσι η σαΐτα κάθε φορά περνούσε ανάμεσα από διαφορετικούς συνδυασμούς θέσεων των στημονιών, σχηματίζοντας έτσι το ύφασμα και τα μοτίβα του.
Προκειμένου το ύφασμα να είναι πυκνοϋφασμένο, κτυπούσε τα νήματα με την βοήθεια ενός εξαρτήματος του αργαλειού που ονομαζόταν κτένι. Η υφάντρα ανάλογα με την γνώση της, μπορούσε να κατασκευάσει κουβέρτες (πατανίες) με γραμμικό διάκοσμο ή ξομπλιαστές, πετσέτες, σεντόνια (χράμια), μάλλινα και βαμβακερά σακούλια και σακιά, μάλλινο ύφασμα για τα ράσα (καπότα) κ.α.