Περιγραφή
Τα βυρσοδεψεία των Χανίων ή Ταμπακαριά, ήταν εγκατεστημένα στη βραχώδη παραλία της Χαλέπας. Αποτελούν ένα μνημείο της βιομηχανικής εποχής και σημαντικό κομμάτι της ιστορίας των Χανίων. Πρόκειται για ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό σύνολο κτισμένο δίπλα στη θάλασσα, απ’ όπου ο κάθε βυρσοδέψης, προμηθεύονταν νερό και αλάτι, υλικά απαραίτητα για την επεξεργασία των δερμάτων. Η περιοχή ήταν ιδανική καθώς ήταν στις παρυφές της πόλης, δίπλα σε θάλασσα με ρηχά νερά, κάτι που ευνοούσε την διαδικασία της δέψης.
Η λέξη ταμπακαριό είναι τούρκικη, και προέρχεται από το «ταμπάκ» που σημαίνει δέρμα. Η διαδικασία της βυρσοδεψίας απαιτούσε ιδιαίτερη τεχνική και ήταν χρονοβόρα. Αρχικά γινόταν το μαλάκωμα, βουτώντας τα ακατέργαστα δέρματα στη θάλασσα για λίγες ημέρες για να φουσκώσουν. Στη συνέχεια αφαιρούνταν τα υπολείμματα κρέατος. Για να αφαιρεθούν οι τρίχες τα δέρματα τοποθετούνταν σε μεγάλες γούρνες με ασβέστη. Ξυριζόταν και ξεπλένονταν πάλι με θαλασσινό νερό. Στη συνέχεια έπρεπε να αφαιρεθεί με ξύσιμο από το πίσω μέρος του δέρματος, το λίπος. Ακολουθούσε η «αδιαβροχοποίηση» του δέρματος, με τη βοήθεια φυτικών ουσιών από δέντρα όπως η βελανιδιά και το πεύκο. Τα δέρματα έμπαιναν μετά στις βαρέλες κατεργασίας και στη συνέχεια πάλι ξεπλένονταν.
Όταν τελείωνε η διαδικασία της δέψης, στεγνωνόταν σε κρεμάλες ή λιαζόταν σε ανοικτούς χώρους. Κατόπιν στρωνόταν σε πάγκους και λαδωνόταν. Με τη βοήθεια της στρωτήρας, σιδερωνόταν τα δέρματα, προκειμένου να φύγουν οι ζάρες, και να ισιώσουν. Ύστερα από όλη αυτή την κοπιαστική δουλειά, ερχόταν η στιγμή του βαψίματος και του γυαλίσματος.
Το επάγγελμα της βυρσοδεψίας γνώρισε μεγάλη ακμή στο Μεσοπόλεμο. Η λειτουργία τους διακόπηκε την περίοδο της Γερμανο-ιταλικής κατοχής, αλλά συνεχίστηκε μετά την λήξη του πολέμου, με νέα μηχανήματα που διευκόλυναν το έργο του βυρσοδέψης.